ΣΗΜΕΙΑ ΑΙΧΜΗΣ

ΤΟ ΚΑΚΟ ΕΡΧΕΤΑΙ ΚΑΒΑΛΑ ΣΤΟ ΑΛΟΓΟ ΚΑΙ ΦΕΥΓΕΙ ΜΕ ΤΑ ΠΟΔΙΑ

Μια μυθιστορηματική πορεία δηλαδή που ξεκίνησε με τη σχιζοφρένεια να του χτυπά ξαφνικά την πόρτα και να φεύγει με χίλια δυο βάσανα, όπως ακριβώς το κακό έρχεται καβάλα στο άλογο αλλά φεύγει με τα πόδια.

Μια μυθιστορηματική πορεία δηλαδή που ξεκίνησε με τη σχιζοφρένεια να του χτυπά ξαφνικά την πόρτα και να φεύγει με χίλια δυο βάσανα, όπως ακριβώς το κακό έρχεται καβάλα στο άλογο αλλά φεύγει με τα πόδια.

Το τέταρτο βιβλίο του Σερραίου λογοτέχνη Λευτέρη Μαραγκάκη από τις εκδόσεις ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, είναι ένας φόρος οφειλόμενος στους ανθρώπους που δεν μπορούν να κοιμηθούν ήσυχα τα βράδια και καθημερινά κλυδωνίζονται ψυχικά από κοινωνικές και ψυχικές παθήσεις. Όμως παράλληλα είναι και μια ελπίδα πως όλα ξεπερνιούνται τελικά λίγο πριν την τελική καταστροφή.

Ο ήρωας του βιβλίου, ο Μιχάλης Δημαράς, κατατρύχεται από ένα δύσκολο οικογενειακό περιβάλλον που έχει χαράξει την ψυχή του. Μοναχοπαίδι σε μια ξεχαρβαλωμένη οικογένεια, από μικρός κλείνεται στα δικά του, παρέα με την κιθάρα του και τις φαντασιώσεις του, που τελικά θα μετασχηματιστούν σε κλινική περίπτωση, αφού οι γιατροί του διαγνώσανε σχιζοφρένια, που θα την κουβαλά χρόνια σαν σταυρό ενός μαρτυρίου, αλλά και μια διέξοδο στα όσα ήθελε να κάνει.

Καθηγητής φιλόλογος, εργάζεται  αρχικά στο Μουσικό σχολείο Σερρών κι ένα χρόνο μετά διορίζεται στο γυμνάσιο της Ζαγοράς του Πηλίου. Η αρρώστια θα του χτυπήσει την πόρτα από τον πρώτο ακόμα χρόνο στις Σέρρες με παραισθήσεις της πεθαμένης μητέρας του και του πατέρα του κι όταν αργότερα αποφασίζει να κάνει μεταπτυχιακό για τον Αττίκ, να τον έχει σχεδόν μόνιμα στα υπέροχα αλλά και εξοντωτικά οράματα του στα δάση του Πηλίου. Να κουβεντιάζει με την Δανάη για τη Μάντρα του δάσκαλου και τις νύχτες να κρυφοκοιτάζει  από τα παράθυρα των εκκλησιών τις συνάξεις των νεκρών συντελεστών του θιάσου του Αττίκ, να μαλώνει μαζί τους και να αφουγκράζεται στα ταραγμένα νερά της Αλονήσσου το μικρό τρεχαντήρι και τις μουσικές καντάδες της Μάντρας.

Οι έρωτές του, μετρημένοι κι αυτοί στα δάχτυλα, άλλοτε γιατρικό κι άλλοτε ψυχοφθόροι, θα συντελέσουν στη βασανιστική του πορεία. Μέχρι που στο δρόμο του θα βρεθεί η Ελπίδα, που με την απλή και ξεκάθαρη καρδιά της, θα συμβάλει στη γιατρειά του, που πριν όμως θα έχει περάσει τα χίλια δυό, μέχρι τη θετική της απόληξη.

Μια μυθιστορηματική πορεία δηλαδή που ξεκίνησε με τη σχιζοφρένεια να του χτυπά ξαφνικά την πόρτα και να φεύγει με χίλια δυο βάσανα, όπως ακριβώς το κακό έρχεται καβάλα στο άλογο αλλά φεύγει με τα πόδια.